RETOUR ΐ L'ENTRΙE DU SITE

 

ALLER A LA TABLE DES MATIERES DE PLUTARQUE

 

 

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΡΕΣΚΟΝΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΒΙΒΛΙΑ Ε

 

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΡΕΣΚΟΝΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙΣ

ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΒΙΒΛΙΑ E

(βιβλιον β')

 
TOME ΙV

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΡΕΣΚΟΝΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙΣ

ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΒΙΒΛΙΑ E

(βιβλιον γ')

 

 

traduction franηaise

 


ΤΩΝ ΑΡΕΣΚΟΝΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ

ΤΟ Δʹ, ΕΝ ΩΙ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΑΔΕ

αʹ. Περὶ Νείλου ἀναβάσεως - βʹ. Περὶ ψυχῆς - γʹ. Εἰ σῶμα ἡ ψυχὴ καὶ τίς ἡ οὐσία αὐτῆς - δʹ. Περὶ μερῶν ψυχῆς - εʹ. Τί τὸ τῆς ψυχῆς ἡγεμονικὸν καὶ ἐν τίνι ἐστίν - ϛʹ. Περὶ κινήσεως ψυχῆς - ζʹ. Περὶ ἀφθαρσίας ψυχῆς - ηʹ. Περὶ αἰσθήσεως καὶ αἰσθητῶν - θʹ. Εἰ ἀληθεῖς αἱ αἰσθήσεις καὶ φαντασίαι - ιʹ. Πόσαι εἰσὶν αἰσθήσεις - ιαʹ. Πῶς γίνεται ἡ αἴσθησις καὶ ἡ ἔννοια καὶ ὁ κατὰ  διάθεσιν λόγος - ιβʹ. Τίνι διαφέρει φαντασία, φανταστόν, φανταστικόν, φάντασμα - ιγʹ. Περὶ ὁράσεως, πῶς ὁρῶμεν - ιδʹ. Περὶ κατοπτρικῶν ἐμφάσεων - ιεʹ. Εἰ ὁρατὸν τὸ σκότος - ιϛʹ. Περὶ ἀκοῆς - ιζʹ. Περὶ ὀσφρήσεως - ιηʹ. Περὶ γεύσεως - ιθʹ. Περὶ φωνῆς - κʹ. Εἰ ἀσώματος ἡ φωνὴ καὶ πῶς ἠχὼ γίνεται - καʹ. Πόθεν αἰσθητικὴ γίνεται ἡ ψυχὴ καὶ τί αὐτῆς τὸ ἡγεμονικόν - κβʹ. Περὶ ἀναπνοῆς - κγʹ. Περὶ παθῶν σωματικῶν καὶ εἰ συναλγεῖ αὐτοῖς ἡ ψυχή

[897e] Περιωδευμένων δὲ τῶν τοῦ κόσμου μερῶν διαβήσομαι πρὸς τὰ κατὰ μέρος.

αʹ. Περὶ Νείλου ἀναβάσεως

[897f] Θαλῆς τοὺς ἐτησίας ἀνέμους οἴεται πνέοντας τῇ Αἰγύπτῳ
ἀντιπροσώπους ἐπαίρειν τοῦ Νείλου τὸν ὄγκον διὰ τὸ τὰς
ἐκροὰς αὐτοῦ τῇ παροιδήσει τοῦ ἀντιπαρήκοντος πελά–
γους ἀνακόπτεσθαι.
Εὐθυμένης ὁ Μασσαλιώτης ἐκ τοῦ Ὠκεανοῦ καὶ τῆς
ἔξω θαλάσσης γλυκείας κατ΄ αὐτὸν οὔσης νομίζει πληροῦ–
σθαι τὸν ποταμόν.
Ἀναξαγόρας ἐκ τῆς χιόνος τῆς ἐν τῇ Αἰθιοπίᾳ, τηκο–
μένης μὲν ἐν τῷ θέρει ψυχομένης δὲ τῷ χειμῶνι.
[898a] Δημόκριτος τῆς χιόνος τῆς ἐν τοῖς πρὸς ἄρκτον μέρε–
σιν ὑπὸ θερινὰς τροπὰς ἀναλυομένης τε καὶ διαχεομένης
νέφη μὲν ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι· τούτων δ΄ ἀνελαυ–
νομένων πρὸς μεσημβρίαν καὶ τὴν † Αἴγυπτον † ὑπὸ τῶν
ἐτησίων ἀνέμων, ἀποτελεῖσθαι ῥαγδαίους ὄμβρους, ὑφ΄ ὧν
ἀναπίμπλασθαι τάς τε λίμνας καὶ τὸν Νεῖλον ποταμόν.
Ἡρόδοτος ὁ συγγραφεὺς ἴσον μὲν ἐκ τῶν πηγῶν φέρε–
σθαι χειμῶνος καὶ θέρους, φαίνεσθαι δ΄ ἐλάττονα τοῦ
χειμῶνος διὰ τὸ ἐν τούτῳ τῷ καιρῷ πλησίον ἰόντα τὸν
 ἥλιον τῆς Αἰγύπτου ἐξατμίζειν τὰ νάματα.
[898b] Ἔφορος ὁ ἱστοριογράφος κατὰ θέρος φησὶν ἀναχαλᾶσθαι
τὴν ὅλην Αἴγυπτον καὶ οἱονεὶ ἐξιδροῦν τὸ πολὺ νᾶμα·
συνδίδωσι δ΄ αὐτῇ καὶ ἡ Ἀραβία καὶ ἡ Λιβύη παρὰ τὸ
ἀραιὸν καὶ ὑπόψαμμον.
Εὔδοξος τοὺς ἱερεῖς φησι λέγειν τὰ ὄμβρια τῶν ὑδάτων
κατὰ τὴν ἀντιπερίστασιν τῶν ὡρῶν· ὅταν γὰρ ἡμῖν ᾖ
θέρος τοῖς ὑπὸ τὸν θερινὸν τροπικὸν οἰκοῦσιν, τότε τοῖς
ὑπὸ τὸν χειμερινὸν τροπικὸν ἀντοίκοις χειμών ἐστιν, ἐξ
ὧν τὸ πλημμῦρον ὕδωρ καταρρήγνυται.

βʹ. Περὶ ψυχῆς

Θαλῆς ἀπεφήνατο πρῶτος τὴν ψυχὴν φύσιν ἀεικίνητον
3693 898.B.12 : ἢ αὐτοκίνητον.
3694 898.C.1 : Πυθαγόρας ἀριθμὸν ἑαυτὸν κινοῦντα, τὸν δ΄ ἀριθμὸν
3695 898.C.2 : ἀντὶ τοῦ νοῦ παραλαμβάνει.
3696 898.C.3 : Πλάτων οὐσίαν νοητήν, ἐξ ἑαυτῆς κινητικὴν κατ΄ ἀριθ–
3697 898.C.4 : μὸν ἐναρμόνιον κινουμένην.
3698 898.C.5 : Ἀριστοτέλης ἐντελέχειαν πρώτην σώματος φυσικοῦ,
3699 898.C.6 : ὀργανικοῦ, δυνάμει ζωὴν ἔχοντος· τὴν δ΄ ἐντελέχειαν
3700 898.C.7 : ἀκουστέον ἀντὶ τῆς ἐνεργείας.
3701 898.C.8 : Δικαίαρχος ἁρμονίαν τῶν τεσσάρων στοιχείων.
3702 898.C.9 : Ἀσκληπιάδης ὁ ἰατρὸς συγγυμνασίαν τῶν αἰσθήσεων.
3703 898.C.10 : {1γʹ. Εἰ σῶμα ἡ ψυχὴ καὶ τίς ἡ οὐσία αὐτῆς}1
3704 898.C.11 : Οὗτοι πάντες οἱ προτεταγμένοι ἀσώματον τὴν ψυχὴν
3705 898.C.12 : ὑποτίθενται, φύσιν λέγοντες αὐτοκίνητον καὶ οὐσίαν
3706 898.C.13 : νοητὴν καὶ τοῦ φυσικοῦ ὀργανικοῦ ζωὴν ἔχοντος ἐντελέ–
3707 898.C.14 : χειαν.
3708 898.D.1 : Οἱ δ΄ ἀπ΄ Ἀναξαγόρου ἀεροειδῆ ἔλεγόν τε καὶ σῶμα.
3709 898.D.2 : Οἱ Στωικοὶ πνεῦμα θερμόν.
3710 898.D.3 : Δημόκριτος πυρῶδες σύγκριμα ἐκ τῶν λόγῳ θεωρη–
3711 898.D.4 : τῶν, σφαιρικὰς μὲν ἐχόντων τὰς ἰδέας πυρίνην δὲ τὴν δύνα–
3712 898.D.5 : μιν, ὅπερ σῶμα εἶναι.
3713 898.D.6 : Ἐπίκουρος κρᾶμα ἐκ τεσσάρων, ἐκ ποιοῦ πυρώδους,
3714 898.D.7 : ἐκ ποιοῦ ἀερώδους, ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ· ἐκ τετάρτου
3715 898.D.8 : τινὸς ἀκατονομάστου, ὃ ἦν αὐτῷ αἰσθητικόν.
3716 898.D.9 : Ἡράκλειτος τὴν μὲν τοῦ κόσμου ψυχὴν ἀναθυμίασιν
3717 898.D.10 : ἐκ τῶν ἐν αὐτῷ ὑγρῶν, τὴν δ΄ ἐν τοῖς ζῴοις ἀπὸ τῆς ἐκτὸς
3718 898.D.11 : καὶ τῆς ἐν αὐτοῖς ἀναθυμιάσεως ὁμογενῆ.
3719 898.D.11 :
3720 898.E.1 : {1δʹ. Περὶ μερῶν ψυχῆς}1
3721 898.E.2 : Πυθαγόρας Πλάτων κατὰ μὲν τὸν ἀνωτάτω λόγον
3722 898.E.3 : διμερῆ τὴν ψυχήν, τὸ μὲν γὰρ ἔχει λογικὸν τὸ δ΄ ἄλογον·
3723 898.E.4 : κατὰ δὲ τὸ προσεχὲς καὶ ἀκριβὲς τριμερῆ, τὸ γὰρ ἄλο–
3724 898.E.5 : γον διαιροῦσιν εἴς τε τὸ θυμικὸν καὶ τὸ ἐπιθυμητικόν.
3725 898.E.6 : Οἱ Στωικοὶ ἐξ ὀκτὼ μερῶν φασι συνεστάναι, πέντε μὲν
3726 898.E.7 : τῶν αἰσθητικῶν, ὁρατικοῦ ἀκουστικοῦ ὀσφρητικοῦ γευ–
3727 898.E.8 : στικοῦ ἁπτικοῦ, ἕκτου δὲ φωνητικοῦ, ἑβδόμου 〈δὲ〉 σπερ–
3728 898.F.1 : ματικοῦ, ὀγδόου 〈δ΄〉 αὐτοῦ τοῦ ἡγεμονικοῦ, ἀφ΄ οὗ ταῦτα
3729 898.F.2 : πάντα ἐπιτέταται διὰ τῶν οἰκείων ὀργάνων προσφερῶς
3730 898.F.3 : ταῖς τοῦ πολύποδος πλεκτάναις.
3731 898.F.4 : Δημόκριτος Ἐπίκουρος διμερῆ τὴν ψυχήν, τὸ μὲν λογι–
3732 898.F.5 : κὸν ἔχουσαν ἐν τῷ θώρακι καθιδρυμένον, τὸ δ΄ ἄλογον
3733 898.F.6 : καθ΄ ὅλην τὴν σύγκρισιν τοῦ σώματος διεσπαρμένον.
3734 898.F.7 : Ὁ δὲ Δημόκριτος πάντα μετέχειν φησὶ ψυχῆς ποιᾶς,
3735 898.F.8 : καὶ τὰ νεκρὰ τῶν σωμάτων, διότι ἀεὶ διαφανῶς τινος
3736 898.F.9 : θερμοῦ καὶ αἰσθητικοῦ μετέχει τοῦ πλείονος διαπνεομέ–
3737 898.F.10 : νου.
3738 898.F.10 :
3739 899.A.1 : {1εʹ. Τί τὸ τῆς ψυχῆς ἡγεμονικὸν καὶ ἐν τίνι ἐστίν}1
3740 899.A.2 : Πλάτων Δημόκριτος ἐν ὅλῃ τῇ κεφαλῇ.
3741 899.A.3 : Στράτων ἐν μεσοφρύῳ.
3742 899.A.4 : Ἐρασίστρατος περὶ τὴν μήνιγγα τοῦ ἐγκεφάλου, ἣν
3743 899.A.5 : ἐπικρανίδα λέγει.
3744 899.A.6 : Ἡρόφιλος ἐν τῇ τοῦ ἐγκεφάλου κοιλίᾳ, ἥτις ἐστὶ καὶ
3745 899.A.7 : βάσις.
3746 899.A.8 : Παρμενίδης ἐν ὅλῳ τῷ θώρακι καὶ Ἐπίκουρος.
3747 899.A.9 : Οἱ Στωικοὶ πάντες ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ ἢ τῷ περὶ τὴν
3748 899.A.10 : καρδίαν πνεύματι.
3749 899.A.11 : Διογένης ἐν τῇ ἀρτηριακῇ κοιλίᾳ τῆς καρδίας, ἥτις
3750 899.A.12 : ἐστὶ πνευματική.
3751 899.A.13 : Ἐμπεδοκλῆς ἐν τῇ τοῦ αἵματος συστάσει.
3752 899.A.14 : Οἱ δ΄ ἐν τῷ τραχήλῳ τῆς καρδίας, οἱ δ΄ ἐν τῷ περικαρ–
3753 899.B.1 : δίῳ ὑμένι, οἱ δ΄ ἐν τῷ διαφράγματι. τῶν νεωτέρων τινὲς
3754 899.B.2 : διήκειν ἀπὸ κεφαλῆς μέχρι τοῦ διαφράγματος.
3755 899.B.3 : Πυθαγόρας τὸ μὲν ζωτικὸν περὶ τὴν καρδίαν, τὸ δὲ
3756 899.B.4 : λογικὸν καὶ νοερὸν περὶ τὴν κεφαλήν.
3757 899.B.4 :
3758 899.B.5 : {1ϛʹ. Περὶ κινήσεως ψυχῆς}1
3759 899.B.6 : Πλάτων ἀεικίνητον μὲν τὴν ψυχήν, τὸν δὲ νοῦν ἀκίνη–
3760 899.B.7 : τον τῆς μεταβατικῆς κινήσεως.
3761 899.B.8 : Ἀριστοτέλης ἀκίνητον τὴν ψυχὴν πάσης κινήσεως προ–
3762 899.B.9 : ηγουμένην, τῆς δὲ κατὰ συμβεβηκὸς μετέχειν καθάπερ
3763 899.B.10 : τὰ εἴδη τῶν σωμάτων.
3764 899.B.10 :
3765 899.B.11 : {1ζʹ. Περὶ ἀφθαρσίας ψυχῆς}1
3766 899.C.1 : Πυθαγόρας Πλάτων ἄφθαρτον εἶναι τὴν ψυχήν, ἐξιοῦσαν
3767 899.C.2 : γὰρ εἰς τὴν τοῦ παντὸς ψυχὴν ἀναχωρεῖν πρὸς τὸ ὁμογενές.
3768 899.C.3 : Οἱ Στωικοὶ ἐξιοῦσαν ἐκ τῶν σωμάτων ὑποφέρεσθαι †
3769 899.C.4 : † τὴν μὲν ἀσθενεστέραν ἅμα † τοῖς συγκρίμασι γίνεσθαι †,
3770 899.C.5 : ταύτην δ΄ εἶναι τῶν ἀπαιδεύτων· τὴν δ΄ ἰσχυροτέραν,
3771 899.C.6 : οἵα ἐστὶ περὶ τοὺς σοφούς, καὶ μέχρι τῆς ἐκπυρώσεως.
3772 899.C.7 : Δημόκριτος Ἐπίκουρος φθαρτὴν τῷ σώματι συνδια–
3773 899.C.8 : φθειρομένην.
3774 899.C.9 : Πυθαγόρας Πλάτων τὸ μὲν λογικὸν ἄφθαρτον· καὶ
3775 899.C.10 : γὰρ τὴν ψυχὴν οὐ θεὸν ἀλλ΄ ἔργον τοῦ ἀιδίου θεοῦ ὑπ–
3776 899.C.11 : άρχειν· τὸ δ΄ ἄλογον φθαρτόν.
3777 899.C.12 : {1ηʹ. Περὶ αἰσθήσεως καὶ αἰσθητῶν}1
3778 899.D.1 : Οἱ Στωικοὶ ὁρίζονται οὕτως τὴν αἴσθησιν· ‘αἴσθησίς
3779 899.D.2 : ἐστιν ἀντίληψις 〈δι΄〉 αἰσθητηρίου ἢ κατάληψις.’ πολ–
3780 899.D.3 : λαχῶς δὲ λέγεται ἡ αἴσθησις· ἥ τε γὰρ ἕξις καὶ ἡ δύναμις
3781 899.D.4 : καὶ ἡ ἐνέργεια. καὶ ἡ φαντασία ἡ καταληπτικὴ δι΄ αἰσθη–
3782 899.D.5 : τηρίου γίνεται κατὰ τὸ ἡγεμονικόν. ἀφ΄ οὗ [συνίσταται]
3783 899.D.6 : πάλιν [δ΄] αἰσθητήρια λέγεται πνεύματα νοερὰ ἀπὸ τοῦ
3784 899.D.7 : ἡγεμονικοῦ ἐπὶ τὰ ὄργανα τεταμένα.
3785 899.D.8 : Ἐπίκουρος· τὸ μόριόν ἐστιν ἡ αἴσθησις, ἥτις ἐστὶν ἡ
3786 899.D.9 : δύναμις, καὶ τὸ ἐπαίσθημα, ὅπερ ἐστὶ τὸ ἐνέργημα· ὥστε
3787 899.D.10 : διχῶς παρ΄ αὐτῷ λέγεσθαι, αἴσθησιν μὲν τὴν δύναμιν,
3788 899.D.11 : αἰσθητὸν δὲ τὸ ἐνέργημα.
3789 899.E.1 : Πλάτων τὴν αἴσθησιν ἀποφαίνεται ψυχῆς καὶ σώμα–
3790 899.E.2 : τος κοινωνίαν πρὸς τὰ ἐκτός· ἡ μὲν γὰρ δύναμις ψυχῆς,
3791 899.E.3 : τὸ δ΄ ὄργανον σώματος· ἄμφω δὲ διὰ φαντασίαν ἀντιλη–
3792 899.E.4 : πτικὰ τῶν ἔξωθεν γίνεται.
3793 899.E.5 : Λεύκιππος Δημόκριτος τὴν αἴσθησιν καὶ τὴν νόησιν
3794 899.E.6 : γίνεσθαι, εἰδώλων ἔξωθεν προσιόντων· μηδενὶ γὰρ ἐπι–
3795 899.E.7 : βάλλειν μηδετέραν χωρὶς τοῦ προσπίπτοντος εἰδώλου.
3796 899.E.7 :
3797 899.F.1 : {1θʹ. Εἰ ἀληθεῖς αἱ αἰσθήσεις καὶ φαντασίαι}1
3798 899.F.2 : Οἱ Στωικοὶ τὰς μὲν αἰσθήσεις ἀληθεῖς, τῶν δὲ φαντα–
3799 899.F.3 : σιῶν τὰς μὲν ἀληθεῖς τὰς δὲ ψευδεῖς.
3800 899.F.4 : Ἐπίκουρος πᾶσαν αἴσθησιν καὶ πᾶσαν φαντασίαν ἀλη–
3801 899.F.5 : θῆ, τῶν δὲ δοξῶν τὰς μὲν ἀληθεῖς τὰς δὲ ψευδεῖς· καὶ ἡ
3802 899.F.6 : μὲν αἴσθησις μοναχῶς ψευδοποιεῖται [τὰ] κατὰ τὰ νοητά,
3803 899.F.7 : ἡ δὲ φαντασία διχῶς· καὶ γὰρ αἰσθητῶν ἔστι φαντασία
3804 899.F.8 : καὶ νοητῶν.
3805 899.F.9 : Ἐμπεδοκλῆς Ἡρακλείδης παρὰ τὰς συμμετρίας τῶν
3806 899.F.10 : πόρων τὰς κατὰ μέρος αἰσθήσεις γίνεσθαι, τοῦ οἰκείου
3807 899.F.11 : τῶν αἰσθητῶν ἑκάστῃ ἁρμόζοντος.
3808 899.F.11 :
3809 900.A.1 : {1ιʹ. Πόσαι εἰσὶν αἱ αἰσθήσεις}1
3810 900.A.2 : Οἱ Στωικοὶ πέντε τὰς εἰδικὰς αἰσθήσεις, ὅρασιν ἀκοὴν
3811 900.A.3 : ὄσφρησιν γεῦσιν ἁφήν.
3812 900.A.4 : Ἀριστοτέλης ἕκτην μὲν οὐ λέγει, κοινὴν δ΄ αἴσθησιν
3813 900.A.5 : τὴν τῶν συνθέτων εἰδῶν κριτικήν, εἰς ἣν πᾶσαι συμβάλ–
3814 900.A.6 : λουσιν αἱ ἁπλαῖ τὰς ἰδίας ἑκάστη φαντασίας· ἐν ᾗ τὸ
3815 900.A.7 : μεταβατικὸν ἀφ΄ ἑτέρου πρὸς ἕτερον, οἱονεὶ σχήματος
3816 900.A.8 : καὶ κινήσεως, δείκνυται.
3817 900.A.9 : Δημόκριτος πλείους εἶναι αἰσθήσεις, περὶ τὰ ἄλογα
3818 900.A.10 : ζῷα καὶ περὶ τοὺς σοφοὺς καὶ περὶ τοὺς θεούς.
3819 900.A.10 :
3820 900.A.11 : {1ιαʹ. Πῶς γίνεται ἡ αἴσθησις καὶ ἡ ἔννοια καὶ ὁ
3821 900.A.12 : κατὰ 〈ἐν〉διάθεσιν λόγος}1
3822 900.B.1 : Οἱ Στωικοί φασιν· ὅταν γεννηθῇ ὁ ἄνθρωπος, ἔχει τὸ
3823 900.B.2 : ἡγεμονικὸν μέρος τῆς ψυχῆς ὥσπερ χαρτίον εὐεργὸν εἰς
3824 900.B.3 : ἀπογραφήν. εἰς τοῦτο μίαν ἑκάστην τῶν ἐννοιῶν ἐναπο–
3825 900.B.4 : γράφεται. πρῶτος δὲ [ὁ] τῆς ἀναγραφῆς τρόπος ὁ διὰ τῶν
3826 900.B.5 : αἰσθήσεων· αἰσθανόμενοι γάρ τινος οἷον λευκοῦ, ἀπελ–
3827 900.B.6 : θόντος αὐτοῦ μνήμην ἔχουσιν· ὅταν δ΄ ὁμοειδεῖς πολλαὶ
3828 900.B.7 : μνῆμαι γένωνται, τότε φαμὲν ἔχειν ἐμπειρίαν· ἐμπειρία
3829 900.B.8 : γάρ ἐστι τὸ τῶν ὁμοειδῶν 〈φαντασιῶν〉 πλῆθος. τῶν δ΄
3830 900.B.9 : ἐννοιῶν αἱ μὲν φυσικῶς γίνονται κατὰ τοὺς εἰρημένους
3831 900.B.10 : τρόπους καὶ ἀνεπιτεχνήτως, αἱ δ΄ ἤδη δι΄ ἡμετέρας διδα–
3832 900.C.1 : σκαλίας καὶ ἐπιμελείας· αὗται μὲν οὖν ἔννοιαι καλοῦνται
3833 900.C.2 : μόνον, ἐκεῖναι δὲ καὶ προλήψεις. ὁ δὲ λόγος, καθ΄ ὃν προσ–
3834 900.C.3 : αγορευόμεθα λογικοί, ἐκ τῶν προλήψεων συμπληροῦ–
3835 900.C.4 : σθαι λέγεται κατὰ τὴν πρώτην ἑβδομάδα. ἔστι δ΄ ἐννόημα
3836 900.C.5 : φάντασμα διανοίας λογικοῦ ζῴου· τὸ γὰρ φάντασμα,
3837 900.C.6 : ἐπειδὰν λογικῇ προσπίπτῃ ψυχῇ, τότε ἐννόημα καλεῖται,
3838 900.C.7 : εἰληφὸς τοὔνομα παρὰ τοῦ νοῦ. διόπερ τοῖς ἀλόγοις ζῴοις
3839 900.C.8 : ὅσα προσπίπτει φαντάσματα, 〈φαντάσματα μόνον ἐστίν〉·
3840 900.C.9 : ὅσα δὲ καὶ θεοῖς καὶ ἡμῖν γε, ταῦτα [φαντάσματα μόνον
3841 900.C.10 : ἐστίν· ὅσα δὲ ἡμῖν, ταῦτα] καὶ φαντάσματα κατὰ γένος
3842 900.D.1 : καὶ ἐννοήματα κατ΄ εἶδος· ὥσπερ τὰ δηνάρια καὶ οἱ
3843 900.D.2 : στατῆρες αὐτὰ μὲν καθ΄ αὑτὰ ὑπάρχει δηνάρια 〈καὶ〉
3844 900.D.3 : στατῆρες, ἐὰν δ΄ εἰς πλοίων δοθῇ μίσθωσιν, τηνικαῦτα
3845 900.D.4 : πρὸς τῷ δηνάρια εἶναι καὶ ναῦλα λέγεται.
3846 900.D.4 :
3847 900.D.5 : {1ιβʹ. Τίνι διαφέρει φαντασία φανταστὸν φανταστι–
3848 900.D.6 : κὸν φάντασμα}1
3849 900.D.7 : Χρύσιππος διαφέρειν ἀλλήλων φησὶ τέτταρα ταῦτα.
3850 900.D.8 : φαντασία μὲν οὖν ἐστι πάθος ἐν τῇ ψυχῇ γινόμενον,
3851 900.E.1 : ἐνδεικνύμενον ἐν αὑτῷ καὶ τὸ πεποιηκός· οἷον, ἐπειδὰν δι΄
3852 900.E.2 : ὄψεως θεωρῶμέν τι λευκόν, ἔστι πάθος τὸ ἐγγεγενημένον
3853 900.E.3 : διὰ τῆς ὁράσεως ἐν τῇ ψυχῇ· καὶ 〈κατὰ〉 τοῦτο τὸ πάθος
3854 900.E.4 : εἰπεῖν ἔχομεν, ὅτι ὑπόκειται λευκὸν κινοῦν ἡμᾶς. ὁμοίως
3855 900.E.5 : καὶ διὰ τῆς ἁφῆς καὶ τῆς ὀσφρήσεως. εἴρηται δ΄ ἡ φαντα–
3856 900.E.6 : σία ἀπὸ τοῦ φωτός· καθάπερ γὰρ τὸ φῶς αὑτὸ δείκνυσι
3857 900.E.7 : καὶ τὰ ἄλλα τὰ ἐν αὐτῷ περιεχόμενα, καὶ ἡ φαντασία
3858 900.E.8 : δείκνυσιν ἑαυτὴν καὶ τὸ πεποιηκὸς αὐτήν. φανταστὸν δὲ
3859 900.E.9 : τὸ ποιοῦν τὴν φαντασίαν· οἷον τὸ λευκὸν καὶ τὸ ψυχρὸν
3860 900.E.10 : καὶ πᾶν ὅ τι ἂν δύνηται κινεῖν τὴν ψυχήν, τοῦτ΄ ἔστι φαντα–
3861 900.E.11 : στόν. φανταστικὸν δ΄ ἐστὶ διάκενος ἑλκυσμός, πάθος ἐν
3862 900.F.1 : τῇ ψυχῇ ἀπ΄ οὐδενὸς φανταστοῦ γινόμενον, καθάπερ ἐπὶ
3863 900.F.2 : τοῦ σκιαμαχοῦντος καὶ κενοῖς ἐπιφέροντος τὰς χεῖρας·
3864 900.F.3 : τῇ γὰρ φαντασίᾳ ὑπόκειταί τι φανταστόν, τῷ δὲ φαντα–
3865 900.F.4 : στικῷ οὐδέν. φάντασμα δ΄ ἐστίν, ἐφ΄ ὃ ἑλκόμεθα κατὰ
3866 900.F.5 : τὸν φανταστικὸν διάκενον ἑλκυσμόν· ταῦτα δὲ γίνεται
3867 900.F.6 : ἐπὶ τῶν μελαγχολώντων καὶ μεμηνότων. ὁ γοῦν τραγικὸς
3868 900.F.7 : Ὀρέστης ὅταν λέγῃ (Eur. Or. 255–57)·
3869 900.F.7 :
3870 900.F.8 : ‘ὦ μῆτερ, ἱκετεύω σε, μὴ ΄πίσειέ μοι
3871 900.F.9 : τὰς αἱματωποὺς καὶ δρακοντώδεις κόρας·
3872 901.A.1 : αὗται γάρ, αὗται πλησίον θρώσκουσί μου’
3873 901.A.1 :
3874 901.A.2 : λέγει μὲν αὐτὰ ὡς μεμηνὼς ὁρᾷ δ΄ οὐδέν, ἀλλὰ δοκεῖ
3875 901.A.3 : μόνον· διὸ καί φησιν αὐτῷ Ἠλέκτρα (Eur. Or. 258. 59)·
3876 901.A.3 :
3877 901.A.4 : ‘μέν΄, ὦ ταλαίπωρ΄, ἀτρέμα σοῖς ἐν δεμνίοις·
3878 901.A.5 : ὁρᾷς γὰρ οὐδὲν ὧν δοκεῖς σάφ΄ εἰδέναι’,
3879 901.A.5 :
3880 901.A.6 : ὡς καὶ παρ΄ Ὁμήρῳ (υ 350) Θεοκλύμενος.
3881 901.A.7 : {1ιγʹ. Περὶ ὁράσεως, πῶς ὁρῶμεν}1
3882 901.A.8 : Δημόκριτος Ἐπίκουρος κατ΄ εἰδώλων εἰσκρίσεις ᾤοντο
3883 901.B.1 : τὸ ὁρατικὸν συμβαίνειν, καὶ κατά τινων ἀκτίνων † εἴσκρι–
3884 901.B.2 : σιν † μετὰ τὴν πρὸς τὸ ὑποκείμενον ἔνστασιν πάλιν ὑπο–
3885 901.B.3 : στρεφουσῶν πρὸς τὴν ὄψιν.
3886 901.B.4 : Ἐμπεδοκλῆς τοῖς εἰδώλοις τὰς ἀκτῖνας ἀνέμιξε, προσ–
3887 901.B.5 : αγορεύσας τὸ γιγνόμενον ἀκτινείδωλον συνθέτως.
3888 901.B.6 : Ἵππαρχος ἀκτῖνάς φησιν ἀφ΄ ἑκατέρου τῶν ὀφθαλμῶν
3889 901.B.7 : ἀποτεινομένας τοῖς πέρασιν αὑτῶν οἷον χειρῶν ἐπαφαῖς
3890 901.B.8 : περικαθαπτούσας τοῖς ἐκτὸς σώμασι τὴν ἀντίληψιν
3891 901.B.9 : αὐτῶν πρὸς τὸ ὁρατικὸν ἀποδιδόναι.
3892 901.B.10 : Πλάτων κατὰ συναύγειαν, τοῦ μὲν ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν
3893 901.B.11 : φωτὸς ἐπὶ ποσὸν ἀπορρέοντος εἰς τὸν ὁμογενῆ ἀέρα, τοῦ
3894 901.B.12 : δ΄ ἀπὸ [μὲν] τῶν σωμάτων φερομένου [ἀπορρεῖν] τὸν
3895 901.C.1 : [δὲ] μεταξὺ ἀέρα εὐδιάχυτον ὄντα καὶ εὔτρεπτον συνεν–
3896 901.C.2 : τείνοντος τῷ πυρώδει τῆς ὄψεως. αὕτη λέγεται Πλατωνικὴ
3897 901.C.3 : συναύγεια.
3898 901.C.3 :
3899 901.C.4 : {1ιδʹ. Περὶ κατοπτρικῶν ἐμφάσεων}1
3900 901.C.5 : Ἐμπεδοκλῆς κατ΄ ἀπορροίας τὰς συνισταμένας μὲν ἐπὶ
3901 901.C.6 : τῆς ἐπιφανείας τοῦ κατόπτρου † τελειουμένας † δ΄ ὑπὸ
3902 901.C.7 : τοῦ ἐκκρινομένου ἐκ τοῦ κατόπτρου πυρώδους καὶ τὸν
3903 901.C.8 : προκείμενον ἀέρα, εἰς ὃν φέρεται τὰ ῥεύματα, συμμετα–
3904 901.C.9 : φέροντος.
3905 901.C.10 : Δημόκριτος Ἐπίκουρος τὰς κατοπτρικὰς ἐμφάσεις
3906 901.C.11 : γίνεσθαι κατ΄ εἰδώλων ὑποστάσεις, ἅτινα φέρεσθαι μὲν
3907 901.C.12 : ἀφ΄ ἡμῶν συνίστασθαι δ΄ ἐπὶ τοῦ κατόπτρου κατ΄ ἀντι–
3908 901.C.13 : περιστροφήν.
3909 901.D.1 : Οἱ ἀπὸ Πυθαγόρου κατ΄ ἀντανακλάσεις τῆς ὄψεως·
3910 901.D.2 : φέρεσθαι μὲν γὰρ τὴν ὄψιν τεταμένην ὡς ἐπὶ τὸν χαλκόν,
3911 901.D.3 : ἐντυχοῦσαν δὲ πυκνῷ καὶ λείῳ πληχθεῖσαν ὑποστρέφειν
3912 901.D.4 : αὐτὴν ἐφ΄ ἑαυτήν, ὅμοιόν τι πάσχουσαν τῇ ἐκτάσει τῆς
3913 901.D.5 : χειρὸς καὶ τῇ ἐπὶ τὸν ὦμον ἀντεπιστροφῇ.
3914 901.D.6 : Δύναταί τις πᾶσι τούτοις τοῖς κεφαλαίοις χρῆσθαι ἐπὶ
3915 901.D.7 : τοῦ πῶς ὁρῶμεν.
3916 901.D.7 :
3917 901.D.8 : {1ιεʹ. Εἰ ὁρατὸν τὸ σκότος}1
3918 901.D.9 : Οἱ Στωικοὶ ὁρατὸν εἶναι τὸ σκότος· ἐκ γὰρ τῆς ὁρά–
3919 901.D.10 : σεως προχεῖσθαί τινα εἰς αὐτὸ αὐγήν· καὶ οὐ ψεύδεται ἡ
3920 901.D.11 : ὅρασις, βλέπεται γὰρ ταῖς ἀληθείαις, ὅτι ἔστι σκότος.
3921 901.D.12 : Χρύσιππος κατὰ τὴν συνέντασιν τοῦ μεταξὺ ἀέρος
3922 901.E.1 : ὁρᾶν ἡμᾶς, νυγέντος μὲν ὑπὸ τοῦ ὁρατικοῦ πνεύματος,
3923 901.E.2 : ὅπερ ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρι τῆς κόρης διήκει, κατὰ
3924 901.E.3 : δὲ τὴν πρὸς τὸν περικείμενον ἀέρα ἐπιβολὴν ἐντείνοντος
3925 901.E.4 : αὐτὸν κωνοειδῶς, ὅταν ᾖ ὁμογενὴς ὁ ἀήρ. προχέονται δ΄
3926 901.E.5 : ἐκ τῆς ὄψεως ἀκτῖνες πύριναι, οὐχὶ μέλαιναι καὶ ὁμιχλώ–
3927 901.E.6 : δεις· διόπερ ὁρατὸν εἶναι τὸ σκότος.
3928 901.E.7 : {1ιϛʹ. Περὶ ἀκοῆς}1
3929 901.F.1 : Ἐμπεδοκλῆς τὴν ἀκοὴν γίνεσθαι κατὰ πρόσπτωσιν
3930 901.F.2 : πνεύματος τῷ χονδρώδει, ὅπερ φησὶν ἐξηρτῆσθαι ἐντὸς
3931 901.F.3 : τοῦ ὠτὸς κώδωνος δίκην αἰωρούμενον καὶ τυπτόμενον.
3932 901.F.4 : Ἀλκμαίων ἀκούειν ἡμᾶς τῷ κενῷ τῷ ἐντὸς τοῦ ὠτός·
3933 901.F.5 : τοῦτο γὰρ εἶναι τὸ διηχοῦν κατὰ τὴν τοῦ πνεύματος ἐμβο–
3934 901.F.6 : λήν· πάντα γὰρ τὰ κενὰ ἠχεῖ.
3935 901.F.7 : Διογένης τοῦ ἐν τῇ κεφαλῇ ἀέρος ὑπὸ τῆς φωνῆς
3936 901.F.8 : τυπτομένου καὶ κινουμένου.
3937 901.F.9 : Πλάτων καὶ οἱ ἀπ΄ αὐτοῦ πλήττεσθαι τὸν ἐν τῇ κεφαλῇ
3938 901.F.10 : ἀέρα· τοῦτον δ΄ ἀνακλᾶσθαι εἰς τὰ ἡγεμονικὰ καὶ γίνε–
3939 901.F.11 : σθαι τῆς ἀκοῆς τὴν αἴσθησιν.
3940 901.F.11 :
3941 902.A.1 : {1ιζʹ. Περὶ ὀσφρήσεως}1
3942 902.A.2 : Ἀλκμαίων ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ εἶναι τὸ ἡγεμονικόν· τούτῳ
3943 902.A.3 : οὖν ὀσφραίνεσθαι ἕλκοντι διὰ τῶν ἀναπνοῶν τὰς ὀσμάς.
3944 902.A.4 : Ἐμπεδοκλῆς ταῖς ἀναπνοαῖς ταῖς ἀπὸ τοῦ πνεύμονος
3945 902.A.5 : συνεισκρίνεσθαι τὴν ὀδμήν· ὅταν γοῦν ἡ ἀναπνοὴ βαρεῖα
3946 902.A.6 : γίνηται, κατὰ τραχύτητα μὴ συναισθάνεσθαι, ὡς ἐπὶ
3947 902.A.7 : τῶν ῥευματιζομένων.
3948 902.A.7 :
3949 902.A.8 : {1ιηʹ. Περὶ γεύσεως}1
3950 902.B.1 : Ἀλκμαίων τῷ ὑγρῷ καὶ τῷ χλιαρῷ τῷ ἐν τῇ γλώττῃ
3951 902.B.2 : πρὸς τῇ μαλακότητι διακρίνεσθαι τοὺς χυμούς.
3952 902.B.3 : Διογένης τῇ ἀραιότητι τῆς γλώττης καὶ τῇ μαλακότητι
3953 902.B.4 : καὶ διὰ τὸ συνάπτειν τὰς ἀπὸ τοῦ σώματος εἰς αὐτὴν φλέ–
3954 902.B.5 : βας διαχεῖσθαι τοὺς χυμοὺς ἑλκομένους ἐπὶ τὴν αἴσθησιν
3955 902.B.6 : καὶ τὸ ἡγεμονικόν, καθάπερ ἀπὸ σπογγιᾶς.
3956 902.B.6 :
3957 902.B.7 : {1ιθʹ. Περὶ φωνῆς}1
3958 902.B.8 : Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος ἀπὸ
3959 902.B.9 : διανοίας ἠγμένον καὶ πληγὴν ὑπὸ ἀέρος δι΄ ὤτων καὶ
3960 902.C.1 : ἐγκεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην. λέγε–
3961 902.C.2 : ται δὲ καὶ καταχρηστικῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων φωνὴ
3962 902.C.3 : καὶ τῶν ἀψύχων, ὡς χρεμετισμοὶ καὶ ψόφοι· κυρίως δὲ
3963 902.C.4 : φωνὴ ἡ ἔναρθρός ἐστιν ὡς φωτίζουσα τὸ νοούμενον.
3964 902.C.5 : Ἐπίκουρος τὴν φωνὴν εἶναι ῥεῦμα ἐκπεμπόμενον ἀπὸ
3965 902.C.6 : τῶν φωνούντων ἢ ἠχούντων ἢ ψοφούντων· τοῦτο δὲ τὸ
3966 902.C.7 : ῥεῦμα εἰς ὁμοιοσχήμονα θρύπτεσθαι θραύσματα· ὁμοιο–
3967 902.C.8 : σχήμονα δὲ λέγεται τὰ στρογγύλα τοῖς στρογγύλοις καὶ
3968 902.C.9 : σκαληνὰ καὶ τρίγωνα τοῖς ὁμοιογενέσι· τούτων δ΄ ἐμπι–
3969 902.C.10 : πτόντων ταῖς ἀκοαῖς ἀποτελεῖσθαι τὴν αἴσθησιν τῆς
3970 902.C.11 : φωνῆς· φανερὸν δὲ τοῦτο γίνεσθαι ἀπὸ τῶν ἀσκῶν
3971 902.C.12 : ἐκρεόντων καὶ τῶν ἐμφυσώντων κναφέων τοῖς ἱματίοις.
3972 902.D.1 : Δημόκριτος καὶ τὸν ἀέρα φησὶν εἰς ὁμοιοσχήμονα θρύ–
3973 902.D.2 : πτεσθαι σώματα καὶ συγκαλινδεῖσθαι τοῖς ἐκ τῆς φωνῆς
3974 902.D.3 : θραύσμασι· ‘κολοιὸς γὰρ παρὰ κολοιὸν ἱζάνει’ καί (Hom.
3975 902.D.4 : ρ 218)
3976 902.D.4 :
3977 902.D.5 : ‘ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον.’
3978 902.D.5 :
3979 902.D.6 : καὶ γὰρ ἐν τοῖς αἰγιαλοῖς αἱ ὅμοιαι ψῆφοι κατὰ τοὺς αὐτοὺς
3980 902.D.7 : τόπους ὁρῶνται, κατ΄ ἄλλο μὲν αἱ σφαιροειδεῖς κατ΄ ἄλλο
3981 902.D.8 : δ΄ αἱ ἐπιμήκεις· καὶ ἐπὶ τῶν κοσκινευόντων ἐπὶ τὸ αὐτὸ
3982 902.E.1 : συναλίζεται τὰ ὁμοιοσχήμονα, ὥστε χωρὶς εἶναι τοὺς
3983 902.E.2 : κυάμους καὶ ἐρεβίνθους. ἔχοι δ΄ ἄν τις πρὸς τούτους εἰπεῖν·
3984 902.E.3 : πῶς ὀλίγα θραύσματα πνεύματος μυρίανδρον ἐκπληροῖ
3985 902.E.4 : θέατρον;
3986 902.E.5 : Οἱ δὲ Στωικοί φασι τὸν ἀέρα μὴ συγκεῖσθαι ἐκ θραυσ–
3987 902.E.6 : μάτων, ἀλλὰ συνεχῆ 〈εἶναι〉, δι΄ ὅλου μηδὲν κενὸν
3988 902.E.7 : ἔχοντα· ἐπειδὰν δὲ πληγῇ πνεύματι, κυματοῦται κατὰ
3989 902.E.8 : κύκλους ὀρθοὺς εἰς ἄπειρον, ἕως πληρώσῃ τὸν περικείμε–
3990 902.E.9 : νον ἀέρα, ὡς ἐπὶ τῆς κολυμβήθρας τῆς πληγείσης λίθῳ·
3991 902.E.10 : καὶ αὕτη μὲν κυκλικῶς κινεῖται ὁ δ΄ ἀὴρ σφαιρικῶς.
3992 902.E.11 : Ἀναξαγόρας τὴν φωνὴν γίνεσθαι πνεύματος ἀντιπεσόν–
3993 902.E.12 : τος μὲν στερεμνίῳ ἀέρι, τῇ δ΄ ὑποστροφῇ τῆς πλήξεως
3994 902.F.1 : μέχρι τῶν ἀκοῶν προσενεχθέντος· καθὸ καὶ τὴν λεγομέ–
3995 902.F.2 : νην ἠχὼ γίνεσθαι.
3996 902.F.2 :
3997 902.F.3 : {1κʹ. Εἰ ἀσώματος ἡ φωνὴ καὶ πῶς ἠχὼ γίνεται}1
3998 902.F.4 : Πυθαγόρας Πλάτων Ἀριστοτέλης ἀσώματον· οὐ γὰρ
3999 902.F.5 : τὸν ἀέρα, ἀλλὰ τὸ σχῆμα τὸ περὶ τὸν ἀέρα καὶ τὴν ἐπι–
4000 902.F.6 : φάνειαν κατὰ ποιὰν πλῆξιν γίνεσθαι φωνήν· πᾶσα δ΄
4001 902.F.7 : ἐπιφάνεια ἀσώματος. συγκινεῖται μὲν γὰρ τοῖς σώμασιν,
4002 902.F.8 : αὐτὴ δ΄ ἀσώματος πάντως καθέστηκεν, ὥσπερ ἐπὶ τῆς
4003 902.F.9 : καμπτομένης ῥάβδου ἡ μὲν ἐπιφάνεια οὐδὲν πάσχει ἡ δ΄
4004 902.F.10 : ὕλη ἐστὶν ἡ καμπτομένη.
4005 902.F.11 : Οἱ δὲ Στωικοὶ σῶμα τὴν φωνήν· πᾶν γὰρ τὸ δρῶν ἢ
4006 902.F.12 : καὶ ποιοῦν σῶμα, ἡ δὲ φωνὴ ποιεῖ καὶ δρᾷ· ἀκούομεν γὰρ
4007 903.A.1 : αὐτῆς καὶ αἰσθανόμεθα προσπιπτούσης τῇ ἀκοῇ καὶ
4008 903.A.2 : ἐκτυπούσης καθάπερ δακτυλίου εἰς κηρόν. ἔτι πᾶν τὸ
4009 903.A.3 : κινοῦν καὶ ἐνοχλοῦν σῶμά ἐστι, κινεῖ δ΄ ἡμᾶς ἡ εὐμουσία
4010 903.A.4 : ἐνοχλεῖ δ΄ ἡ ἀμουσία. ἔτι πᾶν τὸ κινούμενον σῶμά ἐστι·
4011 903.A.5 : κινεῖται δ΄ ἡ φωνὴ καὶ προσπίπτει εἰς τοὺς λείους τόπους
4012 903.A.6 : καὶ ἀντανακλᾶται, καθάπερ ἐπὶ τῆς σφαίρας τῆς βαλλο–
4013 903.A.7 : μένης εἰς τοῖχον· ἐν γοῦν ταῖς κατ΄ Αἴγυπτον πυραμίσιν
4014 903.A.8 : ἔνδον μία φωνὴ ῥηγνυμένη τέτταρας ἢ καὶ πέντε ἤχους
4015 903.A.9 : ἀπεργάζεται.
4016 903.A.9 :
4017 903.A.10 : {1καʹ. Πόθεν αἰσθητικὴ γίνεται ἡ ψυχὴ καὶ τί αὐτῆς
4018 903.A.11 : τὸ ἡγεμονικόν}1
4019 903.A.12 : Οἱ Στωικοί φασιν εἶναι τῆς ψυχῆς ἀνώτατον μέρος τὸ
4020 903.A.13 : ἡγεμονικὸν τὸ ποιοῦν τὰς φαντασίας καὶ συγκαταθέσεις
4021 903.B.1 : καὶ αἰσθήσεις καὶ ὁρμάς· καὶ τοῦτο λογισμὸν καλοῦσιν.
4022 903.B.2 : ἀπὸ δὲ τοῦ ἡγεμονικοῦ ἑπτὰ μέρη ἐστὶ τῆς ψυχῆς ἐκπεφυ–
4023 903.B.3 : κότα καὶ ἐκτεινόμενα εἰς τὸ σῶμα, καθάπερ αἱ ἀπὸ τοῦ
4024 903.B.4 : πολύποδος πλεκτάναι· τῶν δ΄ ἑπτὰ μερῶν τῆς ψυχῆς
4025 903.B.5 : πέντε μέν εἰσι τὰ αἰσθητήρια, ὅρασις ὄσφρησις ἀκοὴ γεῦσις
4026 903.B.6 : καὶ ἁφή· ὧν ἡ μὲν ὅρασίς ἐστι πνεῦμα διατεῖνον ἀπὸ
4027 903.B.7 : τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρις ὀφθαλμῶν, ἀκοὴ δὲ πνεῦμα δια–
4028 903.B.8 : τεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρις ὤτων, ὄσφρησις δὲ
4029 903.B.9 : πνεῦμα διατεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρι μυκτήρων
4030 903.C.1 : [λεπτῦνον], γεῦσις δὲ πνεῦμα διατεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονι–
4031 903.C.2 : κοῦ μέχρι γλώττης, ἁφὴ δὲ πνεῦμα διατεῖνον ἀπὸ τοῦ
4032 903.C.3 : ἡγεμονικοῦ μέχρις ἐπιφανείας εἰς θίξιν εὐαίσθητον τῶν
4033 903.C.4 : προσπιπτόντων. τῶν δὲ λοιπῶν τὸ μὲν λέγεται σπέρμα,
4034 903.C.5 : ὅπερ καὶ αὐτὸ πνεῦμά ἐστι διατεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ
4035 903.C.6 : μέχρι τῶν παραστατῶν· τὸ δέ ‘φωνᾶεν’ ὑπὸ τοῦ Ζήνωνος
4036 903.C.7 : εἰρημένον, ὃ καὶ φωνὴν καλοῦσιν, ἐστὶ πνεῦμα διατεῖνον
4037 903.C.8 : ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρι φάρυγγος καὶ γλώττης καὶ τῶν
4038 903.C.9 : οἰκείων ὀργάνων. αὐτὸ δὲ τὸ ἡγεμονικὸν ὥσπερ ἐν κόσμῳ
4039 903.C.10 : κατοικεῖ ἐν τῇ ἡμετέρᾳ σφαιροειδεῖ κεφαλῇ.
4040 903.C.10 :
4041 903.C.11 : {1κβʹ. Περὶ ἀναπνοῆς}1
4042 903.D.1 : Ἐμπεδοκλῆς τὴν πρώτην ἀναπνοὴν τοῦ πρώτου ζῴου
4043 903.D.2 : γενέσθαι τῆς 〈μὲν〉 ἐν τοῖς βρέφεσιν ὑγρασίας ἀποχώρη–
4044 903.D.3 : σιν λαμβανούσης, πρὸς δὲ τὸ παρακενωθὲν ἐπεισόδου
4045 903.D.4 : [τῆς ἔξωθεν] τοῦ ἐκτὸς ἀερώδους γινομένης εἰς τὰ παραν–
4046 903.D.5 : οιχθέντα τῶν ἀγγείων· τὸ δὲ μετὰ τοῦτο ἤδη τοῦ ἐμφύ–
4047 903.D.6 : του θερμοῦ τῇ πρὸς τὸ ἐκτὸς ὁρμῇ τὸ ἀερῶδες ὑπανα–
4048 903.D.7 : θλίβοντος, τὴν ἐκπνοήν, τῇ δ΄ εἰς τὸ ἐντὸς ἀνθυποχωρή–
4049 903.D.8 : σει τῷ ἀερώδει τὴν ἀντεπείσοδον παρεχομένου, τὴν
4050 903.E.1 : εἰσπνοήν. τὴν δὲ νῦν κατέχουσαν φερομένου τοῦ αἵματος
4051 903.E.2 : ὡς πρὸς τὴν ἐπιφάνειαν καὶ τὸ ἀερῶδες διὰ τῶν ῥινῶν
4052 903.E.3 : ταῖς ἑαυτοῦ ἐπιρροίαις ἀναθλίβοντος κατὰ τὴν ἐκχώρησιν
4053 903.E.4 : αὐτοῦ γίνεσθαι τὴν ἐκπνοήν, παλινδρομοῦντος δὲ καὶ τοῦ
4054 903.E.5 : ἀέρος ἀντεπεισιόντος εἰς τὰ διὰ τοῦ αἵματος ἀραιώματα
4055 903.E.6 : τὴν εἰσπνοήν. ὑπομιμνήσκει δ΄ αὐτὸ 〈τὸ〉 ἐπὶ τῆς κλεψ–
4056 903.E.7 : ύδρας.
4057 903.E.8 : Ἀσκληπιάδης τὸν μὲν πνεύμονα χώνης δίκην συνίστησιν,
4058 903.E.9 : αἰτίαν δὲ τῆς ἀναπνοῆς τὴν ἐν τῷ θώρακι λεπτομέρειαν
4059 903.E.10 : ὑποτίθεται, πρὸς ἣν τὸν ἔξωθεν ἀέρα ῥεῖν τε καὶ φέρεσθαι
4060 903.E.11 : παχυμερῆ ὄντα, πάλιν δ΄ ἀπωθεῖσθαι μηκέτι τοῦ θώρα–
4061 903.E.12 : κος οἵου τ΄ ὄντος μήτ΄ ἐπεισδέχεσθαι μήθ΄ ὑποστέγειν·
4062 903.F.1 : ὑπολειπομένου δέ τινος ἐν τῷ θώρακι λεπτομεροῦς ἀεὶ
4063 903.F.2 : βραχέος (οὐ γὰρ ἅπαν ἐκκρίνεται), πρὸς τοῦτο πάλιν τὸ
4064 903.F.3 : εἴσω ὑπομένον 〈τὴν〉 βαρύτητα τοῦ ἐκτὸς ἀντεπεισφέρε–
4065 903.F.4 : σθαι. ταῦτα δὴ ταῖς σικύαις παρεικάζει· τὴν δὲ κατὰ προ–
4066 903.F.5 : αίρεσιν ἀναπνοὴν γίνεσθαί φησι συναγομένων τῶν ἐν
4067 903.F.6 : τῷ πνεύμονι λεπτοτάτων πόρων καὶ τῶν βραγχίων στενου–
4068 903.F.7 : μένων· τῇ γὰρ ἡμετέρᾳ ταῦθ΄ ὑπακούει προαιρέσει.
4069 903.F.8 : Ἡρόφιλος δυνάμεις ἀπολείπει περὶ τὰ σώματα τὰς
4070 903.F.9 : κινητικὰς ἐν νεύροις ἐν ἀρτηρίαις ἐν μυσί· τὸν οὖν πνεύ–
4071 903.F.10 : μονα νομίζει μόνον ὀρέγεσθαι διαστολῆς τε καὶ συστολῆς
4072 904.A.1 : φυσικῶς· εἶτα δὲ καὶ τἆλλα. ἐνέργειαν μὲν 〈οὖν〉 εἶναι τοῦ
4073 904.A.2 : πνεύμονος τὴν ἔξωθεν τοῦ πνεύματος ὁλκήν· ὑπὸ δὲ τῆς
4074 904.A.3 : πληρώσεως τῆς θύραθεν γινομένης † ἐφέλκεται †· [παρα–
4075 904.A.4 : κειμένως δὲ διὰ τὴν δευτέραν ὄρεξιν] ἐφ΄ αὑτὸν ὁ θώραξ
4076 904.A.5 : τὸ πνεῦμα μετοχετεύει, πληρωθεὶς δὲ καὶ μηκέτι ἐφέλκε–
4077 904.A.6 : σθαι δυνάμενος πάλιν εἰς τὸν πνεύμονα τὸ περιττὸν ἀντι–
4078 904.A.7 : μεταρρεῖ, δι΄ οὗ πρὸς τὰ ἐκτὸς τὰ τῆς ἀποκρίσεως γίνεται,
4079 904.A.8 : τῶν σωματικῶν μερῶν ἀντιπασχόντων ἀλλήλοις. ὅτε μὲν
4080 904.A.9 : γὰρ διαστολὴ 〈ὅτε δὲ συστολὴ〉 γίνεται πνεύμονος, ταῖς
4081 904.A.10 : ἀλλήλων ἀντιμεταλήψεσι πληρώσεώς τε καὶ κενώσεως
4082 904.A.11 : γινομένης, ὡς τέσσαρας μὲν γίνεσθαι κινήσεις περὶ τὸν
4083 904.A.12 : πνεύμονα, τὴν μὲν πρώτην καθ΄ ἣν ἔξωθεν ἀέρα δέχεται,
4084 904.B.1 : τὴν δὲ δευτέραν καθ΄ ἣν τοῦθ΄ ὅπερ ἐδέξατο θύραθεν ἐντὸς
4085 904.B.2 : αὑτοῦ πρὸς τὸν θώρακα μεταρρεῖ, τὴν δὲ τρίτην καθ΄ ἣν
4086 904.B.3 : τὸ ἀπὸ τοῦ θώρακος συστελλόμενον αὖθις εἰς αὑτὸν
4087 904.B.4 : ἐκδέχεται, τὴν δὲ τετάρτην καθ΄ ἣν τὸ ἐξ ὑποστροφῆς ἐν
4088 904.B.5 : αὐτῷ γινόμενον θύραζε ἐξερᾷ. τούτων δὲ τῶν κινήσεων
4089 904.B.6 : δύο μὲν εἶναι διαστολάς, τήν τ΄ ἔξωθεν τήν τ΄ ἀπὸ τοῦ
4090 904.B.7 : θώρακος· δύο δὲ συστολάς, τὴν μὲν ὅταν ὁ θώραξ ἐφ΄
4091 904.B.8 : αὑτὸν τὸ πνευματικὸν ἑλκύσῃ, τὴν δ΄ ὅταν αὐτὸς εἰς τὸν
4092 904.B.9 : ἐκτὸς ἀέρα ἀποκρίνῃ· δύο γὰρ μόναι γίνονται περὶ τὸν
4093 904.B.10 : θώρακα, διαστολὴ μὲν ὅταν ἀπὸ τοῦ πνεύμονος ἐφέλκη–
4094 904.B.11 : ται, συστολὴ δ΄ ὅταν τούτῳ πάλιν ἀνταποδιδῷ.
4095 904.B.11 :
4096 904.C.1 : {1κγʹ. Περὶ παθῶν σωματικῶν καὶ εἰ συναλγεῖ
4097 904.C.2 : τούτοις ἡ ψυχή}1
4098 904.C.3 : Οἱ Στωικοὶ τὰ μὲν πάθη ἐν τοῖς πεπονθόσι τόποις,
4099 904.C.4 : τὰς δ΄ αἰσθήσεις ἐν τῷ ἡγεμονικῷ.
4100 904.C.5 : Ἐπίκουρος καὶ τὰ πάθη καὶ τὰς αἰσθήσεις ἐν τοῖς
4101 904.C.6 : πεπονθόσι τόποις· τὸ γὰρ ἡγεμονικὸν ἀπαθές.
4102 904.C.7 : Στράτων καὶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τὰς αἰσθήσεις ἐν
4103 904.C.8 : τῷ ἡγεμονικῷ οὐκ ἐν τοῖς πεπονθόσι τόποις συνίστασθαι.
4104 904.C.9 : ἐν γὰρ ταύτῃ κεῖσθαι τὴν ὑπομονήν, ὥσπερ ἐπὶ τῶν δει–
4105 904.C.10 : νῶν καὶ ἀλγεινῶν καὶ ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἀνδρείων καὶ δειλῶν.